- μανταρινιά
- Κοινή ονομασία του φυτού Citrus reticulata της οικογένειας των ρουτιδών (δικοτυλήδονα). Κατάγεται από την Κίνα και την Ινδοκίνα, όπου καλλιεργείται για 4.000 χρόνια περίπου, και απ’ όπου εισήχθη στις μεσογειακές χώρες κατά τις αρχές του 19ου αι. Πρόκειται για μικρό δέντρο, ύψους 2-3 μέτρων, με λογχοειδή, γυαλιστερά, σκουροπράσινα φύλλα, και μικρά, εύοσμα, λευκά άνθη τα οποία εμφανίζονται τον Μάρτιο με Απρίλιο και προσελκύουν, λόγω του αρώματός τους, κοπάδια μελισσών. Παράγει καρπούς μικρότερους από τα πορτοκάλια, πιεσμένους στους δύο πόλους ή με μια μαστοειδή προεξοχή προς το μέρος του ποδίσκου. Το χρώμα τους ποικίλλει, από ανοιχτό έως έντονο γυαλιστερό πορτοκαλί. Ο φλοιός είναι μαλακός, εύκαμπτος και κοίλος, δεν είναι δηλαδή κολλημένος πάνω στη σάρκα, από την οποία χωρίζεται πολλές φορές τελείως με ένα στρώμα αέρα. Η σάρκα είναι χυμώδης, γλυκιά, ευχάριστη, πολύ αρωματική και χωρισμένη σε τμήματα. Οι καρποί των περισσοτέρων ποικιλιών ωριμάζουν τον Νοέμβριο με Δεκέμβριο.
Τα μανταρίνια, φρούτα εξαιρετικής ποιότητας, είναι πλούσια σε βιταμίνες Α, Β, C. Ο φλοιός χρησιμοποιείται για την εξαγωγή αιθέριου ελαίου, με πολλές χρήσεις στην παρασκευή ηδύποτων και στην αρωματοποιία.
Υβρίδιο, μεταξύ μ. και νεραντζιάς αποτελεί η γνωστή ποικιλία με την ονομασία κλημεντίνη, διαδεδομένη και στην Ελλάδα, η οποία εκτιμάται ιδιαίτερα γιατί ωριμάζει πρώιμα (Οκτώβριο έως Νοέμβριο). Οι καρποί της μοιάζουν με τα συνηθισμένα μανταρίνια, αλλά ο φλοιός της είναι λεπτότερος, με έντονο πορτοκαλί χρώμα και προσκολλημένος στη σάρκα. Η τελευταία έχει κοκκινοπορτοκαλί χρώμα, είναι λιγότερο υδαρή από του κοινού μανταρινιού, με αρωματική και γλυκιά-υπόξινη γεύση, που μοιάζει λίγο με το νεράντζι.
Στην Ελλάδα η μ. καλλιεργείται κυρίως στη Χίο, στην Αργολίδα, στην Κορινθία, στα Χανιά και στην Αχαΐα, σε θέσεις προφυλαγμένες από παγετούς και ανέμους.
Οι πιο αξιόλογες από τις καλλιεργούμενες στην Ελλάδα ποικιλίες μ. είναι της Χίου, ντόπια ποικιλία, με μεγάλους καρπούς, πεπιεσμένους στους δύο πόλους, ανώμαλο φλοιό, που αποσπάται εύκολα, και εύχυμη, γλυκιά, νόστιμη και αρωματική σάρκα. Ωριμάζει στα μέσα Νοεμβρίου έως τα μέσα Ιανουαρίου. Η κοινή μ., με δυο παραλλαγές, μία με κωνικούς καρπούς στον μίσχο και κοίλωμα στην κορυφή και η δεύτερη με κοίλωμα και από τις δυο μεριές. Ωριμάζουν από τα μέσα Οκτωβρίου. Άλλη ποικιλία είναι η ιαπωνική σατσούμα, που είναι πρώιμη (μέσα Σεπτεμβρίου έως Νοέμβριο), με μικρούς, άσπερμους, πολύχυμους και νόστιμους καρπούς, που έχουν λεπτό, αλλά στερεό φλοιό. Το δέντρο αντέχει στο κρύο πιο πολύ από τη νεραντζιά.
Καρποί μανταρινιάς, η οποία καλλιεργείται κυρίως στη Χίο, στην Αργολιδοκορινθία, στην Κρήτη και στην Αχαΐα.
* * *η [μανταρίνι]το εσπεριδοειδές φυτό Citrus reticulata.
Dictionary of Greek. 2013.